Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

τοῦ Κίμωνος

См. также в других словарях:

  • φιλολάκων — ωνος, ὁ, ἡ,Α 1. αυτός που τρέφει φιλικά αισθήματα για τους Λάκωνες 2. (το αρσ.) α) προσωνυμία τού Κίμωνος β) ως κύριο όν. Φιλολάκων τίτλος κωμωδίας τού Στεφάνου. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + λάκων, ωνος] …   Dictionary of Greek

  • Κραννών — I Αρχαία πόλη της Θεσσαλίας, στα ΝΔ της Λάρισας. Σύμφωνα με τις άμεσες και έμμεσες πληροφορίες των ιστορικών και των περιηγητών, εικάζεται ότι ήταν η σπουδαιότερη πόλη σε πλούτο και δύναμη ύστερα από τη Λάρισα, στην περιοχή της Πελασγιώτιδας.… …   Dictionary of Greek

  • πρόξενος — Άμισθος ή έμμισθος κρατικός υπάλληλος, ο οποίος εδρεύει μόνιμα στο έδαφος αλλοδαπού κράτους, με τη συγκατάθεση του τελευταίου, και έχει ως αποστολή να εξυπηρετεί τα συμφέροντα ή να διεκπεραιώνει υποθέσεις των πολιτών του κράτους που εκπροσωπεί ή… …   Dictionary of Greek

  • οστρακίζω — (ΑΜ ὀστρακίζω) [όστρακον] (στην αρχ. Αθήνα) εξορίζω κάποιον γράφοντας το όνομά του σε όστρακο, σε θραύσμα πήλινου αγγείου, εξοστρακίζω («Μιλτιάδην τὸν Κίμωνος ὠστρακισμένον», Ανδοκ.) μσν. (σχετικά με τους οπαδούς τού χριστιανισμού) αποβάλλω από… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»